Categories
Μάιος

Σαν σήμερα, 29 Μαΐου, «Η Πόλις εάλω» – Η Κωνσταντινούπολη πέφτει στα χέρια των Οθωμανών

Η τελευταία ημέρα μιας αυτοκρατορίας που μόνο η δόξα του παρελθόντος είχε μείνει για να θυμίζει αλλοτινές εποχές. Η πτώση της Κωνσταντινούπολης στα χέρια των Οθωμανών ήταν το αποτέλεσμα μιας μαύρης περιόδου που κυριαρχούσαν οι θρησκευτικές έριδες και οι εμφύλιες διαμάχες.

«Τα κάστρα πέφτουν από μέσα»! Αυτό έγινε και στην Κωνσταντινούπολη η οποία λίγο πριν την πτώση της είχε μετατραπεί στην πρωτεύουσα μιας, μόνο κατ’ όνομα, αυτοκρατορίας. Η Πόλη ήταν χωρισμένη σε «Ενωτικούς» και «Ανθενωτικούς». Οι πρώτοι ήθελαν την Ένωση με τη Δύση και άρα και με την καθολική εκκλησία. Οι δεύτεροι δεν ήθελαν ούτε να συζητήσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο καθώς το θεωρούσαν τουλάχιστον αιρετικό.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Μωάμεθ έφτασε έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης και ξεκίνησε την πολιορκία της. Πολλοί ιστορικοί θεωρούν πως η ουσιαστική πτώση της Πόλης ξεκίνησε πολύ πριν την κυριολεκτική πτώση της στα χέρια των Οθωμανών.

Τι οδήγησε στην πτώση της βασιλεύουσας;


Οι απαντήσεις στο συγκεκριμένο ερώτημα είναι παραπάνω από μια. Φταίει η Κερκόπορτα. Η βοήθεια που δεν ήρθε ποτέ από τη Δύση. Η πολιτική και στρατιωτική παρακμή. Ο ρόλος της εκκλησίας και των αρχόντων που κοίταζαν μόνο τις τσέπες και τις προσωπικές τους περιουσίες.

Σίγουρα ευθύνονται όλα τα παραπάνω. Το μόνο βέβαιο είναι πως δεν ήθελε μόνο ο Μωάμεθ την πτώση της Πόλης. Την ήθελαν και οι «ανθενωτικοί». «Μέρα και νύχτα παρακαλούσαν τον θεό να φέρει τους Τούρκους μια ώρα αρχύτερα μέσα στην Πόλη για να μην πραγματοποιηθεί η ένωση! Οι καλόγεροι – ήταν και πολλοί – ήθελαν να ανοίξουν οι πόρτες του κάστρου για να επαληθευτούν πιο γρήγορα οι προφητείες: «Ανοίξτε τις πόρτες. Αφήστε τον Μωάμεθ να μπει μέσα. Τότε άγγελος εξολοθρευτής θα σας σώσει», γράφει ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος στο βιβλίο του «Ακμή και Παρακμή του Βυζαντίου».

Το μίσος για τους Λατίνους δεν προέκυπτε μόνο από δογματικούς λόγους. Ο λαός δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204. Ο Παλαιολόγος, ωστόσο, ήξερε πως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του τον Σουλτάνο. Ήθελε έχει βοήθεια για να σώσει την Πόλη και ήταν διατεθειμένος να κάνει και εκπτώσεις όπως εκείνη η θρυλική κοινή λειτουργία στην Αγία Σοφία με τον καρδινάλιο που ήταν απεσταλμένος του Πάπα να κάθεται στον πατριαρχικό θρόνο. Εκείνη η λειτουργία, στις 12 Δεκεμβρίου 1452, ωστόσο, το μόνο που κατάφερε ήταν να βαθύνει ακόμα περισσότερο το χάσμα που είχε δημιουργηθεί. Από εκείνη την ημέρα η Αγία Σοφία θεωρούταν «Ιουδαίων συναγωγή» και «σπήλαιον και βωμός αιρετικών». Οι «ανθενωτικοί» φώναζαν πως ο ιστορικός ναός ήταν μιασμένος και «καταφύγιον δαιμόνων».

Η πολιορκία και η πτώση


Ενδεικτικό της παρανοϊκής κατάστασης που είχε δημιουργηθεί είναι πως στον στρατό του Μωάμεθ, ο οποίος στο μεταξύ είχε στήσει τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού, υπηρετούσαν και περίπου 50.000 χριστιανοί (Σέρβοι, Λατίνοι, Γερμανοί, Ούγγροι, Βοέμοι και Έλληνες)! Οι Έλληνες πιθανώς ήταν ανθενωτικοί και από μίσος προς τους ενωτικούς είχαν πάει να πολεμήσουν για να εκδικηθούν τον Παλαιολόγο που δέχτηκε την ένωση των Εκκλησιών! Οι χριστιανοί στα βέλη που έριχναν προς το κάστρο, κολλούσαν χαρτιά στα οποία έγραφαν στους αμυνόμενους να παραδοθούν ειρηνικά και δε θα πάθουν τίποτα! Από την άλλη ένας Τούρκος πασάς, ο Χαλίλ, έδινε με κατασκόπους του πληροφορίες στον Παλαιολόγο.

Στις 7 Απριλίου 1453 ο Σουλτάνος κήρυξε επίσημα την έναρξη της πολιορκίας. Σύμφωνα με τους ορισμούς του Κορανίου, ο Μωάμεθ, πριν αρχίσουν οι εχθροπραξίες, ζήτησε από τον Παλαιολόγο να παραδώσει την Πόλη, αλλά ο Παλαιολόγος αρνήθηκε.

Ο στρατός του Μωάμεθ αποτελούταν από 150.000 άνδρες, 400 πλοία, ενώ καθοριστικό ρόλο έπαιξε η «μπομπάρδα», το τεράστιο κανόνι που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες και το σημάδευε τα τείχη της Πόλης. Αντίθετα, ο Παλαιολόγος μπορούσε να υπολογίζει σε 7.000 άνδρες (2.000 εκ των οποίων ήταν μισθοφόροι) και να ελπίζει πως όπως επί 1000 χρόνια έτσι και τώρα πως το διπλό τείχος και η τάφρος θα έκαναν τη δουλειά τους. Οι Τούρκοι έκαναν ταυτόχρονες επιθέσεις από ξηράς αλλά και από θαλάσσης όπου προσπαθούσαν να καταλάβουν τον Κεράτιο κόλπο.

Την ώρα που οι επιθέσεις καθημερινά γίνονταν και πιο ισχυρές και όλα δείχνουν ότι σύντομα οι Τούρκοι θα πατήσουν την Πόλη, στο εσωτερικό οι «ανθενωτικοί» επικαλούμενοι παλιές προφητείες, πήγαιναν στους πολεμιστές και για να τους κάμψουν το ηθικό τους έλεγαν πως είναι «θέλημα Θεού η Πόλη να Τουρκέψει»!

Η τελική επίθεση του Σουλτάνου στην Πόλη έγινε μια ημέρα σαν σήμερα, στις 29 Μαΐου 1453, και μάλλον από παρεξήγηση, αφού όπως συμφωνούν όλοι οι ιστορικοί η Κωνσταντινούπολη είχε συμφωνήσει να παραδοθεί. Οι Βυζαντινοί ιστορικοί, Δούκας (ο οποίος είναι και ο μοναδικός που γράφει για την Κερκόπορτα) και Φραντζής περιγράφουν μάχη σώμα με σώμα και σφαγές. Οι Λατίνοι χρονογράφοι γράφουν περίπου τα ίδια με μικρές διαφορές. Το ίδιο και ο Ρώσος ιστορικός Ντμίτρι Καντεμίρ. «Ο Γεδεών, πάλι, που μεγάλωσε μέσα στο Πατριαρχείο και ανασκάλεψε τα πατριαρχικά αρχεία, σε κάποια μελέτη, έμμεσα παραδέχεται πως η Πόλη παραδόθηκε στους Τούρκους από τους ανθενωτικούς που τους χαρακτηρίζει κιόλας μυαλωμένους Έλληνες», γράφει ο Γιάννης Κορδάτος.

Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έπεσε ηρωικά μαχόμενος σε μια από τις τελευταίες μάχες. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.

Πηγή: Reader

Categories
Μάιος

Η σύλληψη του Καραολή

28 Αυγούστου 1955, ο Μιχαλάκης Καραολής, ο Ανδρέας Παναγιώτου και ο Γιώργος Ιωάννου παίρνουν μέρος σε μια από τις πιο εντυπωσιακές ενέργειες της ΕΟΚΑ, την εκτέλεση του αστυνομικού Ηρόδοτου Πουλλή, ο οποίος πρόδιδε τον αγώνα και συνεργαζόταν με τους Άγγλους.

Η εκτέλεση του Πουλλή πραγματοποιήθηκε καθώς παρακολουθούσε συγκέντρωση που οργάνωνε το ΑΚΕΛ, στη Οδό Λήδρας στην καρδιά της Λευκωσίας. Από τους πυροβολισμούς των αγωνιστών προκλήθηκε χάος στη περιοχή. Ο Καραολής και ο Παναγιώτου, που χρησιμοποίησαν τα πιστόλια τους, έτρεχαν σε σημείο της Λήδρας για να πάρουν τα ποδήλατά τους και να διαφύγουν. Παριστάμενοι προσπάθησαν να τους εμποδίσουν. Ο Παναγιώτου, κατάφερε να διαφύγει, ο Καραολής, όμως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το ποδήλατο του και να απομακρυνθεί τρέχοντας. Για κακή του τύχη όμως, οι αριθμοί κατασκευής του ποδήλατου μαρτύρησαν την ταυτότητα του, και έτσι οι Άγγλοι βρήκαν στα αρχεία του Τμήματος Οδικών Μεταφορών ότι το ποδήλατο ανήκε στον Μιχαλάκη Καραολή.

Κι ενώ κατάφερε να κρυφτεί για λίγες μέρες, στη προσπάθεια του ο Μιχαλάκης να διαφύγει και να ενταχθεί στην αντάρτικη ομάδα του Γρηγόρη Αυξεντίου, συλλαμβάνεται σε ενέδρα από τις αγγλικές δυνάμεις και φυλακίζεται στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας.

Categories
Μάιος

Η Ε.Ο.Κ.Α. εκτελεί 2 βρετανούς, και αποδοκιμάζεται

Στο άκουσμα της είδησης των πρώτων απαγχονισμών, η Ε.Ο.Κ.Α. ανακοίνωσε ότι εκτέλεσε εις αντίποινα τους δύο Βρετανούς δεκανείς Γκόρντον Χιλ και Ρόναλντ Σίλτον. Επρόκειτο για μια ενέργεια που αποδοκιμάστηκε από την Κυπριακή κοινωνία, με αποτέλεσμα να μην επαναληφθεί.

Αυτή ήταν η κοινωνία των Ελλήνων της Κύπρου, που οι Βρετανοί θεωρούσαν ως τρομοκράτες.

Categories
Μάιος

07/05/1957: Mεγάλης κλίμακας επιχείρηση για εντοπισμό του Διγενή

Σαν σήμερα 7/5/1957, οι Βρετανοί εξαπολύουν μεγάλης κλίμακας επιχείρηση για εντοπισμό του Διγενή, στα δάση της Πάφου. Οι Βρετανοί παραδέχονται ότι στις επιχειρήσεις συνέβαλαν 6.000 Άγγλοι στρατιώτες και με τη βοήθεια ελικοπτέρων, χωρίς κανένα αποτέλεσμα.

Categories
Μάιος

Ο Παπασταύρος Παπαγαθαγγέλου δεν έγραψε ιστορία. Γιατί ήταν ο ίδιος ιστορία. 25/3/1911-10/5/2001

Παπασταύρος Παπαγαθαγγέλου (25/3/1911-10/5/2001)

Η ιστορία της ηρωικής Κύπρου από τις παραμονές του 1940 μέχρι την 10ην Μαΐου 2001 που αποχαιρέτησε την Κύπρο του, ευθύς ως άκουσε από το πρωινό δελτίο ειδήσεων την ανάκρουση του Εθνικού μας Ύμνου. Τά βήματα της ενενηντάχρονης ζωής του δεν τα περπάτησε απλώς στα πολύκλαδα σταυροδρόμια της πολύπαθης Κυπριακής Ιστορίας. Όπως γράφει ο ίδιος «… θεώρησα υποχρέωση και καθήκον μου από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, να στρατευθώ σε τούτον τον αγώνα για την εθνική αποκατάσταση του Κυπριακού Ελληνισμού. Και στρατεύθηκα» [Παπασταύρου Παπαγαθαγγέλου, «Η Μαρτυρία μου», σελ 529]. Καημός και πόθος και σκοπός της προσωπικής του στρατεύσεως είναι το τετράστιχο που σαν επίγραμμα εκφράζεται σ’ αυτή τη στροφή:

«Κύπρο, Πατρίδα μου χρυσή,
τάμα σου κάνω και ευχή
η λευτεριά να ξαναρθεί
απ’ άκρη σ’ άκρη στο Νησί».

Γι’ αυτό, το περπάτημα του Παπασταύρου στην Κυπριακή ιστορία άφησε αχνάρια – δείκτες πορείας για τους συγχρόνους του και για τις μελλούμενες γενιές. Όλα του τα ίχνη, απ’ όποια πλευρά κι αν τα πάρεις, συγκλίνουν πάντα στην ίδια κατεύθυνση: στην Μάνα Ελλάδα. Σκιρτούσαμε μαζί του όσοι τον ακούγαμε να τρικυμίζει τον αέρα με την βροντώδη ωραία φωνή του:

«Θα ενώσουμε την Κύπρο μας
μάτια πολλά το λένε
όπου γελούν και κλαίνε…
Το λεν πουλιά της Πιτσιλιάς
τ’ αηδόνια Μαραθάσας
που τάσκιαζε η παγωνιά
κι ανατριχίλα φόβου.

Θα ενώσουμε την Κύπρο μας
με την Ελλάδα μάνα μας.
Το λένε κτύποι και βροντές
το λένε κι οι καμπάνες
το λένε κι οι χαρούμενες
κι οι μαυροφόρες μάνες.

Θα ενώσουμε την Κύπρο μας
με την Ελλάδα μάνα μας…»

Αταλάντευτη η αγωνιστική του πορεία προς την: «Ένωσιν και μόνον Ένωσιν!». Κι όταν ο χείμαρρος αυτού του πόθου φούσκωνε μέσα του ορμητικός, ο Παπασταύρος άστραφτε και βρόνταγε πάνω στο όποιο βήμα:

«Ξύπνα καημένε μου ραγιά
και σήκου το κεφάλι
τη δόξα πούχες μια φορά
απόκτησε την πάλι,

Ξύπνα καημένε μου ραγιά
ξύπνα να δεις ελευτεριά
Διψούν οι κάμποι για νερά
και τα βουνά για χιόνια
διψά κι η Κύπρος λευτεριά
η σκλάβα τόσα χρόνια.

Ξύπνα καημένε μου ραγιά…».

Η ιστορία της Κύπρου στα ανεπανάληπτα εκείνα χρόνια, τα ματόβρεχτα, ηρωικά της Ε.Ο.Κ.Α. (1955-1959), στην προμετωπίδα του αχειροποίητου μαυσωλείου, που ο καθένας ανήγειρε στην ψυχή του, ήδη έχει χαράξει στην πρώτη σειρά το όνομα του Παπασταύρου. Διότι αυτός ο απλός Ρασοφόρος ήταν η ψυχή του Αγώνα. Ως και προ ετών μόλις, αφού οι Τούρκοι αλωνίζουν την Κύπρο, σε μια στιγμή εξομολογητικού ηρωισμού, ο Παπασταύρος με φλογερή τη ματιά ξέσπασε: «Δώστε μου 40 παλικάρια, και την ελευθερώνω την Κύπρο. Ναι, 40 μονάχα· δεν μου χρειάζονται περισσότερα».

Αυτός ήταν ο Παπασταύρος!

Αλλά δεν ήταν μόνο αυτός! Ο ήρως, ο αγωνιστής, ο αρχηγός, ο εμπνευστής, ο «μάρτυς» της Ελευθερίας, κι ας μη τον σκότωσαν. Υπάρχουν πολλών ειδών βασανισμοί. Κι αυτό το ξέρουν οι Κύπριοι· το μαρτυρούν κι οι εξορίες του στις Σεϋχέλλες (1956-57) μαζί με τους συνεξορίστους του πρωταιτίους (Μακάριο Γ’, Αρχιεπίσκοπο, Κυπριανό Κυρηνείας, Πολύκαρπο Ιωαννίδη, τον εκδότη της «Εφημερίδος») και στην συνέχεια, η εξορία στην Αθήνα (1957-1959).

Ο Παπασταύρος ήταν προ παντός πνευματικός Άνθρωπος. Τίποτε το τραχύ στον χαρακτήρα του και στην αναστροφή του, κι ας ήταν ένας ορμητικός «μπουρλοτιέρης» στον αγώνα. Καλλιεργημένος ψυχικά, έξυπνος άνθρωπος, μορφωμένος, κοινωνικά ευπρεπής, αυτός ο φλογερός μαχητής, ήταν ένας πράος λευίτης στη συναναστροφή του, στοργικός, καλόκαρδος, φιλόξενος, ευπροσήγορος, ευγενής. Άριστος πνευματικός στο εξομολογητήριο. Άριστος και στις κοινωνικές του σχέσεις.

Εκείνο το Σπίτι του στην Λευκωσία, τα παλιά τα χρόνια, μ’ ένα σμάρι αγγελούδια – τα παιδιά – να τριγυρνούν με άνεση και χάρη ανάμεσα στους επισκέπτες!… Εικόνες ανεπανάληπτες, ικανές να εμπνεύσουν ένα Γύζη, ένα Ιακωβίδη!… με κέντρο την γλυκιά μορφή της Πρεσβυτέρας, της ονομαστής Κυρίας Γιαννούλας!… Μνήμες, που στάζουν το μέλι της οικογενειακής αρμονίας με την ζεστή, πάντα περιποιητική και φιλόξενη παρουσία του δυναμικά απλού και καλόκαρδου Παπασταύρου, και της ευγενέστατης Κυρίας Γιαννούλας! Έξω, μαχητής της Ελευθερίας, ένθερμος, δυναμικός. Μέσα στο Σπίτι, θεμελιωτής της ειρήνης, της κοινωνικής ευπρέπειας, του κλίματος της θεοσεβείας και του πατριωτισμού· αυτός ήταν ο Παπασταύρος. Κι είναι να ζηλεύει κανείς την ομολογία της Πρεσβυτέρας: «Ποτέ δεν του είπα όχι». Ιερατική Οικογένεια, όπου η καύχηση των Παιδιών για τους Γονείς τους, και η εμπιστοσύνη των Γονέων, είχαν κλείσει έξω από την πόρτα του Σπιτιού τους αυτό που σε πολλά Παπαδόσπιτα ακούγεται: αντίδραση.

Κι έπειτα, εκείνο το ερημητήριό τους στο χωριάτικο πατρικό Σπίτι της Αγίας Βαρβάρας! Γεμάτο αναμνήσεις δοξασμένες αλλά και θλιβερές, από ένα αγώνα αδικαίωτο, όπου ο Παπασταύρος είχε θυσιάσει «πάντα τα εαυτού». Αναμνήσεις από τις οποίες έλειπε η πικρία της μνησικακίας, και όπου όλα τα γεγονότα, δυσάρεστα και ευχάριστα είχαν πάντα την ίδια επωδό: «Δόξα τω Θεώ!».

Στην πνευματική του θωράκιση και την Χριστοκεντρική του βιωτή οφείλεται η ατέλειωτη συρροή αμέτρητων εκατοντάδων πιστών, που έπαιρναν από τον Πνευματικό τους Πατέρα, τον Παπασταύρον, κατεύθυνση στον προσωπικό τους αγώνα και στήριγμα στις αντιξοότητες της ζωής.

Ήταν γιατί ήταν επί χρόνια Παιδαγωγός – Καθηγητής στην Αλεξανδρέττα και στην Κύπρο: Ήταν γιατί ήταν εύστροφος και διπλωματικός, αποφεύγοντας τις εντάσεις; Ήταν γιατί ήταν κοινωνικός εργάτης – ιδρυτής της Ο.Χ.Ε.Ν. Λευκωσίας, των Κατηχητικών Σχολείων της, της Νυκτερινής Σχολής εργαζομένου Κοριτσιού: Την απάντηση δίνει τόσον εύστοχα στενός Συνεργάτης του στον Αγώνα:

«Ο Παπασταύρος ήταν και άγιος και γενναίος… για 60 χρόνια πρωτοστατούσε και υπερμαχούσε στις επάλξεις της Εκκλησίας και της Ελληνικής μας Κύπρου…».

Όποιος δεν γνώρισε τον Παπασταύρο ως θερμουργό κήρυκα του Ευαγγελίου του Χριστού σε πόλεις και σε χωριά της Κύπρου και δεν έπιασε τον σφυγμό της αγάπης του στα Μυστήρια της Εκκλησίας και στην μελέτη της Αγίας Γραφής, δεν μπορεί να εξηγήσει τον ήρωα Παπασταύρο, τον κοινωνικό της Κύπρου αναμορφωτή, τον λαοφίλητο Λευίτη. Και συνάμα εμπνευστή της νεότητας. Τα 217 του ποιήματα – πολλά μελοποιημένα – μαρτυρούν την αγάπη του για τα παιδιά, για τους νέους, για την Πατρίδα, για την Πίστη του Χριστού, και αποδεικνύουν την πολυτάλαντο προσωπικότητά του.

Μέσα στον τόσον δυναμισμό του η τρυφερή ψυχή του τραγουδάει και την ανθρώπινη αγάπη, την γεμάτη συγκίνηση για τα ιερά της ανθρώπινης ζωής· και ποιος δεν θυμάται – και δεν τραγούδησε «Το καραβάκι» γραμμένο στις Σεϋχέλλες για την πρώτη κορούλα του που δεν πρόλαβε να αποχαιρετήσει φεύγοντας για την εξορία; Βιογράφος των Αγίων της Κύπρου και του ημερολογίου του Αγώνα στην «Μαρτυρία» του.

Σεμνός και ένθεος, περίμενε να δει την Ένωση της Κύπρου «που την υπόγραψε ο Θεός». Μέχρι την αυγή της Πέμπτης, 10 του Μάη 2001, που ο Θεός τον κάλεσε κοντά Του. Ο λαός της Κύπρου τον κήδεψε με πόνο και τιμές πολλές, συνοδεύοντάς τον στην τελευταία του κατοικία με το «Ξύπνα καημένε μου ραγιά…» που ήταν ο καημός του.

Κάποιος κούνησε θλιβερά το κεφάλι: Ήταν «ο έσχατος των Κυπρίων» είπε, όπως ο Φιλοποίμην ήταν ο έσχατος των Ελλήνων, που έκλεισε τα μάτια την εποχή που οι Έλληνες χαροπάλευαν στα πρόθυρα της Ρωμαϊκής κατακτήσεως. Όμως «η Ελλάς και μετά τον Φιλοποίμενα δεν έπαυσε να αγωνίζεται για την ανεξαρτησία της». Κι ο Παπασταύρος από τον τάφο του «λαλεί»:

«Νιάτα της Κύπρου ηρωικά
κανείς ας μη λυγίσει,
κάστρο να γίνει η ψυχή,
η Κύπρος θα νικήσει
Έλληνες είσαστε παιδιά
κι η Ελλάδα δεν πεθαίνει,
την πίστη κλείστε στην καρδιά
κι η Ανάσταση θα γένει!».

Categories
Επετειολoγιο Μάιος

Σαν σήμερα 10/05/1956 περνούν στο πάνθεο των ηρώων οι Καρολής Μιχαήλ και Δημητρίου Ανδρέας

Καραολής Μιχαλάκης
Γεννήθηκε στο Παλαιχώρι, της επαρχίας Λευκωσίας, στις 13 Φεβρουαρίου 1933.
Απαγχονίστηκε στις 10 Μαΐου 1956 στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας.
Γονείς : Σάββας και Παναγιώτα Καραολή
Αδέλφια : Ανδρέας, Ελένη, Μαρούλα, Νίκη

Ο Μιχαλάκης Καραολής τελείωσε το δημοτικό σχολείο Παλαιχωρίου και αποφοίτησε από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας. Ήταν κυβερνητικός υπάλληλος και εργαζόταν στο Τμήμα του Φόρου Εισοδήματος. Εντάχθηκε στις τάξεις της ΕΟΚΑ πριν από την 1η Απριλίου 1955, στην ομάδα του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη και προσέφερε ποικίλες υπηρεσίες στον αγώνα. Έλαβε μέρος στη διανομή της πρώτης προκήρυξης του Διγενή. Δούλεψε στο τμήμα πληροφοριών της Οργάνωσης, στη μεταφορά και απόκρυψη οπλισμού και ανέλαβε βομβιστικές επιθέσεις εναντίον του εχθρού σε καίρια σημεία της Λευκωσίας. Στη συνέχεια κατατάγηκε στην πρώτη ομάδα εκτελεστικού Λευκωσίας. Ως απόφοιτος της Αγγλικής Σχολής έκανε παρέα με αγγλόπαιδες, έπαιζε μαζί τους και δεν κινούσε σε κανένα την υποψία ότι ήταν μέλος της ΕΟΚΑ.

Στις 28 Αυγούστου 1955 ανέλαβε με το συναγωνιστή του Ανδρέα Παναγιώτου την εκτέλεση του αστυνομικού Ηρόδοτου Πουλλή, στενού συνεργάτη των Άγγλων. Ο Παναγιώτου διέφυγε, ενώ ο Καραολής καταζητήθηκε και συνελήφθη, καθώς μεταφερόταν στην περιοχή Κερύνειας, για να ενωθεί με την ομάδα του Γρηγόρη Αυξεντίου. Προσήχθη στο δικαστήριο και καταδικάστηκε σε θάνατο στις 28 Οκτωβρίου 1955, παρόλο που η σφαίρα που σκότωσε τον Πουλλή προερχόταν από το όπλο του Παναγιώτου. Και αυτό το γνώριζαν οι Άγγλοι.

Προσπάθειες για οργάνωση δραπέτευσής του, πριν την εκτέλεσή του, δεν τελεσφόρησαν και ο Μιχαλάκης Καραολής οδηγήθηκε στην αγχόνη μαζί με τον Ανδρέα Δημητρίου στις 10 Μαΐου 1956. Με τις εκτελέσεις αυτές ο νέος Άγγλος κυβερνήτης της Κύπρου Χάρντιγκ ήθελε να δείξει ότι η Βρετανία ήταν αποφασισμένη να διατηρήσει την κυριαρχία της στην Κύπρο, πατάσσοντας κάθε αντίσταση του Κυπριακού λαού.

Το ψυχικό σθένος και η ελληνική παλληκαριά που επέδειξαν οι Μιχαλάκης Καραολής και Ανδρέας Δημητρίου, ανεβαίνοντας απτόητοι στο ικρίωμα της αγχόνης, ανύψωσε το γόητρο της ΕΟΚΑ και δημιούργησε ηρωικό προηγούμενο για τους αγωνιστές.

Δημητρίου Ανδρέας
Γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Μάμας, της επαρχίας Λεμεσού, στις 18 Σεπτεμβρίου 1934.
Απαγχονίστηκε στις 10 Μαΐου 1956 στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας.
Γονείς : Δημήτρης και Ευδοκία Βασιλείου
Αδέλφια : Σάββας και Ελένη
Ετεροθαλή αδέλφια : Αγγέλα και Σούλα

Ο Ανδρέας Δημητρίου αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο Αγίου Μάμαντος και φοίτησε για τρία χρόνια στο Νυκτερινό Γυμνάσιο Αμμοχώστου. Εργάστηκε αρχικά σε κατάστημα εκρηκτικών υλών και κυνηγετικών ειδών και αργότερα στον αγγλικό στρατό. Υπήρξε Γραμματέας της Συντεχνίας των Αχθοφόρων της ΣΕΚ στην Αμμόχωστο. Διακρινόταν για την εργατικότητα, την πρωτοβουλία και την ευσυνειδησία του. Εντάχθηκε από τους πρώτους στη δύναμη της ΕΟΚΑ και έδρασε με τις ομάδες Αμμοχώστου, επεκτείνοντας τη συμμετοχή του και στο εκτελεστικό.

Το μυαλό του συνεχώς μηχανευόταν τρόπους να αναπτύξει δραστηριότητα. Επιστέγασμα της δράσης του ήταν η αρπαγή των όπλων μέσα από τις στρατιωτικές αποθήκες του λιμανιού της Αμμοχώστου, στις αρχές Δεκεμβρίου 1955, αμέσως μετά την εκφόρτωσή τους και προτού μεταφερθούν και τακτοποιηθούν. Τα όπλα προωθήθηκαν σε διάφορες ανταρτικές ομάδες, οι οποίες μέχρι τότε ήταν εφοδιασμένες σχεδόν μόνο με κυνηγετικά. Ο Διγενής εξέφρασε την πλήρη ικανοποίησή του για τη δράση του αυτή.

Μετά από απόπειρά του να εκτελέσει τον Άγγλο πράκτορα Τέυλορ, τον οποίο και τραυμάτισε, ο Ανδρέας βρέθηκε αντιμέτωπος με ένοπλους στρατιώτες που φρουρούσαν τον Τέυλορ. Πρόταξε εναντίον τους το όπλο του, το οποίο όμως έπαθε εμπλοκή και οι στρατιώτες τον συνέλαβαν, αφού τον πλήγωσαν. Καταδικάστηκε σε θάνατο και μαζί με το Μιχαλάκη Καραολή ήταν οι πρώτοι που απαγχονίστηκαν.

“Το μόνο που λυπούμαι είναι που δεν θα προλάβω να δω την Κύπρο μας ελεύθερη”, ήταν τα τελευταία του λόγια προς τη μάνα του, λίγες ώρες πριν από τον απαγχονισμό του. “Στο καλό, γιε μου και να έχεις θάρρος ως το τέλος”, ήταν η απάντησή της.